Η ουρητηροσκόπηση είναι μία εξέταση που δίνει τη δυνατότητα στον ουρολόγο με τη βοήθεια ενός ειδικού εργαλείου, του ουρητηροσκοπίου, να εξετάσει εσωτερικά τον ουρητήρα, δηλαδή το σωληνάκι που μεταφέρει τα ούρα από το νεφρό στην ουροδόχο κύστη. Το ουρητηροσκόπιο είναι ένα λεπτό και μακρύ εργαλείο με το οποίο ο ιατρός εισέρχεται μέσα στον ουρητήρα και τον εξετάζει. Υπάρχουν δύο είδη ουρητηροσκοπίων, τα ημιάκαμπτα και τα εύκαμπτα, και κάθε είδος έχει κατά τη χρήση του πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Πότε γίνεται;
Η ουρητηροσκόπηση μπορεί να είναι διαγνωστική, όταν θέλουμε απλώς να δούμε το εσωτερικό του ουρητήρα, για να επιβεβαιώσουμε κάποια παθολογική κατάστασή του, ή και θεραπευτική, όταν γίνεται, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του ασθενή. Οι συνηθέστερες περιπτώσεις στις οποίες διενεργείται ουρητηροσκόπηση είναι η ύπαρξη λίθων στον ουρητήρα, στενωμάτων ή όγκων. Συνήθως, έχει προηγηθεί μία άλλη εξέταση που απεικονίζει τον ουρητήρα και παρέχει κλινική υποψία για την πάθηση του ασθενή, και μετά ακολουθεί η ουρητηροσκόπηση, ώστε να επιβεβαιώσει τη διάγνωση και –πιθανόν– να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα.
Ποια είναι η απαραίτητη προετοιμασία για την εξέταση;
Η ουρητηροσκόπηση στην πλειονότητα των περιπτώσεων γίνεται υπό γενική αναισθησία. Σπανιότερα, όταν η ουρητηροσκόπηση θα περιοριστεί στο κατώτερο τριτημόριο του ουρητήρα, μπορεί να γίνει και με ενδοφλέβια αναλγησία και ήπια καταστολή. Ωστόσο, η γενική αναισθησία εκτός από το πλεονέκτημα της πλήρους αναλγησίας του ασθενούς προσφέρει και το πλεονέκτημα της χαλάρωσης των μυών, γεγονός που βοηθάει και τον ουρολόγο να εκτελέσει ευκολότερα και με βέλτιστο τρόπο την ουρητηροσκόπηση.
Συνεπώς, η προετοιμασία για μία ουρητηροσκόπηση είναι η ίδια με την προετοιμασία για μία μικρή χειρουργική επέμβαση με αναισθησία. Ο ασθενής πρέπει να είναι νηστικός για 6-8 ώρες και να έχει προηγηθεί ένας απλός αιματολογικός έλεγχος και έλεγχος του πηκτικού μηχανισμού. Ο θεράπων ιατρός θα πρέπει να γνωρίζει, επίσης, αν υπάρχει πρόβλημα αλλεργίας σε φάρμακα, αιμορραγικής διάθεσης ή αν λαμβάνονται φάρμακα που επηρεάζουν την πήξη τού αίματος. Επιπλέον, καλό είναι να έχει προηγηθεί και μία εξέταση ούρων για τον αποκλεισμό ουρολοίμωξης.
Ποια η διαδικασία της εξέτασης;
Ο ασθενής τίθεται υπό αναισθησία, και ο ουρολόγος, ύστερα από λίπανση της ουρήθρας, τοποθετεί το ουρητηροσκόπιο εντός της ουροδόχου κύστης, αναγνωρίζει τα ουρητηρικά στόμια και εισέρχεται στον ουρητήρα που πρέπει να διερευνηθεί. Ανάλογα με την πάθηση και τον τύπο του ουρητηροσκοπίου που έχει χρησιμοποιηθεί, ο ουρολόγος που πραγματοποιεί την ουρητηροσκόπηση μπορεί να χρησιμοποιήσει και άλλα εργαλεία, όπως λαβίδες βιοψίας ή αφαίρεσης λίθων, στυλεούς λιθοτριψίας, ίνες laser κ.ά.. Στο τέλος της εξέτασης, συνήθως τοποθετείται αυτοσυγκρατούμενος ουρητηρικός καθετήρας (DJ), ο οποίος παραμένει στον ασθενή για λίγες ημέρες.
Ποια είναι τα αποτελέσματα της εξέτασης;
Με την διαγνωστική και θεραπευτική αυτή διαδικασία, διευκρινίζεται αν ένα μόρφωμα στον ουρητήρα είναι όγκος ή όχι, μπορεί να γίνει διάνοιξη ενός στενώματος ή να σπάσει και να αφαιρεθεί ένας λίθος του ουρητήρα. Επίσης, είναι δυνατόν να τοποθετηθεί αυτοσυγκρατούμενος ουρητηρικός καθετήρας (DJ) σε δύσκολες περιπτώσεις, όταν αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με απλούστερες τεχνικές.
Επειδή, ωστόσο, πρόκειται για παρεμβατική διαδικασία, υπάρχει και η πιθανότητα επιπλοκών, οι οποίες κυμαίνονται από πολύ ήπιες μέχρι πάρα πολύ σοβαρές. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί να υπάρχουν συμβάματα από την αναισθησία, ανάλογα και με τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενή. Μπορεί να υπάρξει μετεγχειρητικός πυρετός, ουρολοίμωξη ελαφριάς ή βαριάς μορφής, τραυματισμός ή διάτρηση του ουρητήρα και, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί η ανατομία του ουρητήρα να μην επιτρέπει την ολοκλήρωση της εξέτασης ή την πλήρη αφαίρεση των λίθων.